Η συζήτηση και η πρώτη γνωριμία με τον κο Άγγελο Λιναρδάτο, επιχειρηματία της ναυτιλίας και του τουρισμού, εκ των ιδρυτικών στελεχών της AIESEC Ελλάδος, με καταγωγή από την Κεφαλονιά – “όχι από την Κεφαλονιά, από το Ληξούρι” – εξελίχθηκε αβίαστα, χωρίς την πίεση ερωτήσεων. Θέλοντας να μάθω ποιον έχω απέναντί μου, μου είπε τα παρακάτω:

Α.Λ.: Είχα κάποτε ξεκινήσει μία εταιρεία στην Ιταλία, όπου έζησα και πολλά χρόνια της ζωής μου και λόγω επαγγέλματος και λόγω της γυναίκας μου, που είναι Ιταλίδα – Βενετσιάνα. Και δεδομένου ότι η Βενετία ήτανε, όταν η Ελληνική κρουαζιέρα και η επιβατική κίνηση ήταν η πρώτη στο κόσμο, και είναι το λιμάνι από το οποίο φεύγουνε οι περισσότερες κρουαζιέρες για τη Μεσόγειο, εκεί ήταν οι έδρες των εταιρειών με τις οποίες έχω εργαστεί ή συνεργαστεί. Εκεί ξεκίνησα και τη Navitalia, την πρώτη μου εταιρεία, ενώ μετέπειτα ακολούθησαν η Navifrance στη Γαλλία και η Navibelgium στο Βέλγιο, με δραστηριότητα την αντιπροσώπευση ναυτιλιακών εταιρειών κρουαζιέρας και επιβατικής κίνησης. Υπήρξαμε μέσο για την ελληνική ναυτιλία, αλλά κάποια εποχή η Navifrance αντιπροσώπευε σύνολο 25 εταιρειών από ΗΠΑ, Κύπρο, Φινλανδία, Σουηδία, Αγγλία κ.ά..

Υπήρξα συν-ιδιοκτήτης ενός μεγάλου κρουαζιερόπλοιου με το όνομα “La Palma”, της εταιρείας InterCruise. Ενός πλοίου με 750 κλίνες και 400 άτομα πλήρωμα, που έκανε κρουαζιέρες τη σεζόν Μάη με Νοέμβρη, 7-ήμερες, Βενετία, Ελλάδα και Τουρκία, ενώ τον υπόλοιπο χρόνο ναυλωνόταν για κρουζιέρες από την Καραϊβική μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό. Σε ένα ταξίδι, μάλιστα, του πλοίου στις Ινδίες είχαμε και επιβάτη τον Πάπα Παύλο τον Έκτο, σε μία κρουαζιέρα 40 ημερών.

 

Από που ξεκίνησε όμως μία τέτοια επαγγελματική πορεία;

Α.Λ.: Όλα ξεκίνησαν από την Εμπορική Τράπεζα. Στην οποία μπήκα και εργάστηκα πριν ακόμα φοιτήσω στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή Αθηνών. Στην τελευταία, κατάφερα να μπω με την τρίτη φορά και αυτό ύστερα από βοήθεια του κου Ραπίδη, βοηθού του καθηγητή και ιδιοκτήτη της Εμπορικής Τράπεζας, Στρατή Ανδρεάδη. ο Ραπίδης ζήτησε από τον Ανδρεάδη να επέμβει γιατί είχε πληροφορηθεί, μάλλον από κάποιον φροντιστή, πως ήμουν πολύ καλός και πως δεν είναι δυνατόν να μην πετυχαίνω. Ο Ανδρεάδης τότε είπε πως δεν πρόκειται να πετύχω γιατί ο φάκελός μου έχει ένα “σφυροδρέπανο” απ’έξω. Ήμουν χαρακτηρισμένος. Και αυτό λόγω οικογένειας. Η οικογένεια μου ήταν γνωστή αντιστασιακή οικογένεια στα χρόνια της Κατοχής. Με την παρέμβαση του καθηγητή, εν τέλει, πήραν τα χαρτιά μου και είδαν πως πληρώ τις προϋποθέσεις, τους βαθμούς για να εισηχθώ στη Σχολή. Αφαίρεσαν το “σφυροδρέπανο” και ξεκίνησα να φοιτώ στην Ανωτάτη. Αυτά για την ιστορία.

 

Αν θα μπορούσατε να χωρίσετε τη ζωή σας σε σταθμούς, ποιους θα ορίζατε ως τους σημαντικότερους;

Α.Λ.: Ο πρώτος σταθμός στη ζωή μου ήταν όταν άκουσα τις σειρήνες του πολέμου το 1940. 28 Οκτωβρίου ήταν, που ξυπνήσαμε για να πάμε στο σχολείο και ακούσαμε τις σειρήνες. Ήταν η μέρα που ο Μεταξάς και η Ελλάδα είπαν το “Όχι” στους Ιταλούς που μας ήθελαν για πέρασμα προς την Αφρική και το Ελ Αλαμέιν. Ήμουν 7 χρονών. Το σκάγαμε από το σπίτι με έναν φίλο μου, πιτσιρίκια τότε, και με κάτι τενεκέδες χρώμα – κόκκινο, υποτίθεται για το ΕΑΜ και πράσινο για την ΕΠΟΝ, την αντιστασιακή νεολαία. Εμείς ήμασταν τα “Αετόπουλά” τους και βγαίναμε με τους τενεκέδες τα βράδια και γράφαμε στους τοίχους “Κάτω η επιστράτευση. Έξω οι Γερμανοί”. Ο ένας μας καθόταν στη γωνία του δρόμου, και όταν έκανε το σύνθημα ότι πλησιάζουν, κρύβαμε τους τενεκέδες και αλλάζαμε πόρτα. Θυμάμαι, αργότερα, να πηγαίνω με τα αδέρφια μου στο Πανεπιστήμιο, που ήταν τότε το Χημείο της Σχολής, όπου μοίραζαν συσσίτια στους φοιτητάς. Κι εγώ φώναζα: “Ό,τι έχετε ευχαρίστηση για τους φυλακισμένους και εξόριστους συναδέλφους”.

Επόμενη στάση, είναι το 1950 και η περίοδος που ακολούθησε. Και κυρίως όταν είδα τους πρώτους τουρίστες στην Αθήνα. Επειδή είχα συλλάβει τη φτώχεια της χώρας μου, σκέφτηκα τότε πως αυτοί οι τουρίστες που έρχονται, φέρνουν και τα νομίσματα τους – φέρνουνε συνάλλαγμα. Και εφόσον ενισχύουν τα ταμεία μας πρέπει και να τους αυξήσουμε. Έτσι ξεκίνησα να καλλιεργώ ένα επιχειρηματικό δαιμόνιο για τον τουρισμό. Υπήρχε ένα περιοδικό τότε, η “Νέα Οικονομία”, και τους είχα στείλει μία επιστολή απαντώντας στον τότε Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, τον κο Βαρβαρέσο, ο οποίος στην ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, είχε γράψει για τον τουρισμό δύο γραμμές λέγοντας “μικρόν το τουριστικόν μέλλον της Ελλάδος διαφαίνεται”. Επειδή είχα αρχίσει ήδη να γίνομαι φανατικός του Τουρισμού από εμπορικής και επιχειρηματικής άποψης, βλέποντας ότι υπάρχει “ψωμί” εδώ για τη φτωχειά Ελλάδα, έγραψα αυτό το γράμμα, ανταπαντώντας πως “εγώ βλέπω το μέλλον το τουριστικό της Ελλάδος πολύ μεγάλο και, σύντομα, η Ελλάδα θα έχει πάνω από 1 εκατομμύριο τουρίστες”. Μου απάντησαν χαρακτηρίζοντάς με ως αλλόφρων, ως παλαβό όταν μιλούσα για τέτοια προσέλευση. Όπως βλέπετε σήμερα μιλάμε για 20 εκατομμύρια τουρίστες. Είχα στείλει και ένα ακόμα γράμμα τότε διερωτώμενος γιατί δεν έχει μετρό η Αθήνα, όπως έχουν οι άλλες μεγαλουπόλεις της Ευρώπης.

 

Βρισκόμαστε πλέον κοντά και στα χρόνια της AIESEC στη ζωή σας, σωστά;

Α.Λ.: Φυσικά. Και είναι, εκεί, λίγο μετά το ’50, αδιαμφισβήτητα ένας σημαντικός σταθμός της. Και, για την ακρίβεια, όχι τόσο η AIESEC ως οργανισμός αρχικά, όσο η ιδέα της που με ταρακούνησε. Βρισκόμασταν σε μία εκδρομή της Ανωτάτης, πάνω στο πλοίο για τη Μύκονο – άγνωστη τότε ως τουριστικός προορισμός – όταν ο Βασίλης ο Παπατζανής, μετέπειτα στενός και αγαπημένος φίλος, μου μίλησε για αυτή τη “διεθνή οργάνωση”. Και επειδή εγώ είχα ήδη την “πετριά” στο κεφάλι μου για το “έξω” και για τον τουρισμό, του είπα πως είδα στο όραμα της AIESEC τους Έλληνες φοιτητές να βγαίνουν από την Ελλάδα του εμφύλιου μίσους – που δύσκολα το κατάφερνε αυτό κανείς εκείνη την εποχή – και να βλέπουν άλλον κόσμο, άλλους ορίζοντες. Ευρύτερους, ανοιχτούς ορίζοντες. Να παίρνουμε εμπειρίες.

Συνάντησα ένα παρόμοιο συναίσθημα πολύ αργότερα, όταν με κρουαζιέρα βρεθήκαμε για πρώτη φορά στο Λένινγκραντ. Ήμουν διοικητικό στέλεχος τότε μίας μεγάλης εταιρείας κρουαζιερών και κατεβαίναμε με το πλήρωμα ως τουρίστες στα λιμάνια που πιάναμε. Οι Ρώσοι ήταν συνωστισμένοι έξω από το λιμάνι, το οποίο λόγω καθεστώτος δεν μπορούσαν να πλησιάσουν. Τα μέλη του πληρώματος, που ήξεραν την κατάσταση, είχαν φροντίσει να έχουν μαζί τους ζευγάρια κάλτσες, νάυλον. Και για ένα ζευγάρι κάλτσες οι Ρώσοι το αντάλασσαν με μία φωτογραφική μηχανή Leica. Τόση ήταν η φτώχεια τους τότε που ούτε από τη χώρα μπορούσαν να βγουν, ούτε να προμηθευτούν τόσο απλά αγαθά. Εκεί λειτούργησε για ακόμα μια φορά το όραμα της AIESEC μέσα μου και είδα την αξία του στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Αυτά είδα στην AIESEC και έγινα φανατικός υποστηρικτής της ιδέας του να ενταχθεί η Ανωτάτη Εμπορική Σχολή Αθηνών και η Ελλάδα στο δίκτυό της. Το προσωπικό μου όραμα ήταν να μπορέσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι φοιτητές της ΑΣΟΕΕ τότε να αξιοποιήσουν την ιδέα αυτή, να εξερευνήσουν τον κόσμο, να πάρουν τεχνογνωσία και να ανακαλύψουν άλλες νοοτροπίες. Και ο Έλληνας το έχει αυτό το δαιμόνιο του ταξιδιού. Και ξεκινώντας, μπορεί να φτάσει πολύ μακριά.

 

Και πως συνταχθήκατε για να φέρετε τον οργανισμό τότε στην πραγματικότητα και στα μέτρα της Ελλάδας;

Α.Λ.: Μίλησαμε. Ξαναμιλήσαμε. Ανάμεσα μας βρισκόταν και η Άννα η Βασιλείου, η οποία αγωνίστηκε πολύ για να βρει θέσεις στις ελληνικές εταιρείες για να δεχθούν ξένους φοιτητάς και αντιστοίχως σε εταιρείες εξωτερικού για τους Έλληνες φοιτητάς της ΑΣΟΕΕ. Συναντήσαμε σοβαρά προβλήματα με ορισμένους καθηγητάς της Σχολής. Που τότε δεν μπορούσες ούτε να τους πλησιάσεις. Σχεδόν θεϊκή υπόσταση είχε ο καθηγητής εκείνη την εποχή. Ούτε να τον πλησιάσεις, ούτε να σκεφτείς πως θα μπορούσες να του μιλήσεις. Παρόλα αυτά βρήκαμε την υποστήριξη, έπειτα από προσπάθειες, από το κο Καλογερόπουλο. Ο Ανδρεάδης μας βοήθησε πάρα πολύ σε δεύτερη φάση και μέσω του πανεπιστημίου αλλά και δίνοντας θέσεις για την AIESEC στην Εμπορική Τράπεζα.

 

Είχατε συμμετάσχει στα προγράμματα της AIESEC; Ανακαλύψατε τους ορίζοντες που θελήσατε να φέρετε στους συμφοιτητές σας;

Α.Λ.: Ναι. Παίρνοντας με μεγάλη δυσκολία διαβατήριο, διότι τότε έπρεπε να παρουσιάσεις Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων για να σου χορηγήσουν άδεια για το εξωτερικό και εγώ λόγω οικογενειακού πολιτικού βίου αντιμετώπιζα ακόμα εμπόδια, είχα την τύχη να δουλέψω και στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Έκανα ένα μήνα στην Ευρωπαϊκή Κοινοπραξία Άνθρακος-Χάλυβος στις Βρυξέλλες, όπου μάθαμε πέραν της πρακτικής εμπειρίας και το πως είχε σχεδιαστεί να λειτουργήσει η μέλλουσα κοινή αγορά. Ήταν η εποχή που θα υπογραφόταν και η Συνθήκη της Ρώμης.

Ήταν εμπειρίες που συνέβαλαν σημαντικά και στους επόμενους σταθμούς της ζωής μου. Μιλώντας πλέον για μετά το πέρας της στρατιωτικής μου θητείας, που ήταν και αυτή χαρακτηρισμένη από τις πολιτικές πεποιθήσεις της οικογένειάς μου, ήταν αυτές οι εμπειρίες και οι γνώσεις από την Ανωτάτη, την AIESEC και την Εμπορική Τράπεζα, με τις οποίες, χωρίς να έχω δώσει ακόμη την παραίτησή μου στην τελευταία, κατάφερα να μπω στον ναυτιλιακό και χερσαίο τουρισμό.

 

Ας πούμε πως η σημερινή μας συνάντηση είναι και ένα βήμα για να απευθυνθείτε σε ένα κοινό νέων ανθρώπων. Τι συμβουλή θα τους δίνατε; Πως θα τους προτείνατε να αντιμετωπίσουν τη ζωή, τις συνθήκες του σήμερα και του αύριο;

Α.Λ.: Νομίζω πως αυτός είναι ο λόγος που είμαι ιδιαίτερα ευχαριστημένος αποκτώντας ξανά επαφή με την AIESEC. Αυτή την επαφή με νέους ανθρώπους. Η Ελλάδα περνάει από το 2008 αυτήν την κρίση, που την έχουν “καραμέλα” όλοι οι ιθύνοντες έκτοτε, που σε σύγκριση όμως με την κρίση της Ελλάδας μεταπολεμικά και της Κατοχής και του εμφυλίου, όταν όλη η υπόλοιπη Ευρώπη άνθιζε με τη βιομηχανική επανάσταση, είναι άσπρο-μαύρο. Η νύχτα με τη μέρα. Εκείνη την εποχή, λοιπόν, του ’50, που βγαίναμε από τον πόλεμο, βλέπαμε τα πράγματα πολύ πιο αισιόδοξα απ’ότι τα βλέπετε εσείς σήμερα. Και η αισιοδοξία και η συνεχής δράση είναι εκείνα που πρέπει να έχετε πάντα μαζί σας. Λόγω, όμως του επαγγελματικού μου βίου, θέλω και να σας συστήσω να ασχοληθείτε με τους πυλώνες της οικονομίας της Ελλάδας, τον τουρισμό και τη ναυτιλία, που θα παραμείνουν το παρόν και το μέλλον της χώρας.

Έχει πολλές δυνατότητες η νεολαία της Ελλάδας, αλλά θα αξιοποιηθούν αν την αφήσουν λίγο ελέυθερη, αν δεν την συνθλίβουν και δεν θέλουν να τη βάλουν σε καλούπι. Το καλούπι δεν ανήκει στο ιδίωμα του Έλληνα. Και σας προσκαλώ να μην ξεχάσετε ποτέ πως με την AIESEC θα αποκτήσετε μία εμπειρία ζωής, που θα παίξει σημαντικό ρόλο στις μελλοντικές σας επιδιώξεις.

 

Μία ευχή για τα 60α γενέθλια της AIΕSEC στην Ελλάδα:
Α.Λ.: Η AIESEC στην Ελλάδα να πάρει στους ώμους της την χώρα! Τα 100 χρόνια είναι πολύ κοντά…Nα τα χιλιάσει!

Ο κος Άγγελος Λιναρδάτος ζει σήμερα ανάμεσα σε Παρίσι, Αθήνα και Νέα Υόρκη. Η συνάντηση μας έλαβε χώρα στο ισόγειο café του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρεταννία, στην πλατεία Συντάγματος.

 

Γιάννης Μποζιάρης, πρώην μέλος AIESEC Πανεπιστημίου Μακεδονίας